λεμφαδενίτις

λεμφαδενίτις
(-ιδος) η мед. лимфаденит

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "λεμφαδενίτις" в других словарях:

  • λεμφαδενίτιδα — η ιατρ. φλεγμονώδης διόγνωση τών λεμφογαγγλίων, κυρίως ως αντίδραση σε μια μικροβιακή εξεργασία στην περιοχή απαγωγής τής λέμφου ή στα προσαγωγά λεμφαγγεία τών λεμφογαγγλίων. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ελληνογενούς ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ.… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»